- κατοδυρόμεθα
- κατοδῡρόμεθα , κατά-ὀδύρομαιlamentaor subj mp 1st pl (epic)κατοδῡρόμεθα , κατά-ὀδύρομαιlamentpres ind mp 1st plκατοδῡρόμεθα , κατά-ὀδύρομαιlamentimperf ind mp 1st pl (homeric ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.